- φαρυγγοτομία
- η, Νιατρ. διάνοιξη τού φάρυγγα με εγχείρηση, ύστερα από διατομή τών μαλακών μορίων τού λαιμού για την αφαίρεση μεγάλων όγκων τής περιοχής.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. pharyngotomie < φάρυγξ, -υγγος + -τομία (< -τόμος < τόμος < τέμνω)].
Dictionary of Greek. 2013.